Όταν στις 6 Ιανουαρίου 1449, πέντε περίπου χρόνια πριν γραφτεί η τελευταία, οδυνηρή και αιματοβαμμένη σελίδα μιας χιλιόχρονης ιστορίας, ο Κωνσταντίνος ΙΑ Παλαιολόγος στεφόταν στην Καστροπολιτεία του Μυστρά Αυτοκράτορας του Βυζαντίου και έφευγε για την Κωνσταντινούπολη ήξερε πως ζωή δεν είχε. Ούτε εκείνος ούτε η Πόλη.
Και δεν ήταν ο ένας ολόκληρος χρόνος της Οθωμανικής πολιορκίας, δεν ήταν το φρούριο Ρούμελι Χισάρ που έχτισαν στο Βόσπορο και στραγγάλιζε τα Στενά ελέγχοντας κάθε τι που περνούσε, δεν ήταν τα εβδομήντα πυροβόλα που ο Μωάμεθ παράγγειλε στον Ούγγρο μηχανικό Ουρβανό και η μεγάλη μπομπάρδα, ένα τεράστιο και πρωτόγνωρο για τα μέτρα της εποχής κανόνι που οδήγησαν στο “Εαλω η Πόλις”. Αυτά ήταν οι σχεδόν αυτονόητες συνέπειες της παρακμής, της αποσύνθεσης και των εσωτερικών συγκρούσεων που κατέτρωγαν την Αυτοκρατορία από τον 10ο με 11ο μ.Χ. αιώνα κιόλας.
Ήδη από τότε οι κρατικοί αξιωματούχοι, αυτό που αποκαλείται αυτοκρατορική αυλή, είχαν συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια τους, η διοίκηση ήταν αυστηρά κεντρική, με συνέπεια να αποκλειστούν πλήρως οι επαρχίες της αυτοκρατορίας και οι άρχοντες που τις διοικούσαν.
Όμως οι άρχοντες αυτοί διέθεταν και ισχυρούς στρατούς, που πια είτε αδιαφορούσαν για την υπεράσπιση του Βυζαντίου από εξωτερικούς εχθρούς είτε, ακόμα χειρότερα, στρέφονταν κατά της κεντρικής διοίκησης.
Στις αρχές του 12ου μ.Χ. αιώνα τα έσοδα ήταν ελάχιστα σε αντίθεση με τα έξοδα που αυξάνονταν σκανδαλωδώς λόγω της πλούσιας και αλόγιστης ζωής που διήγαν όσοι νέμονταν την κρατική εξουσία. Αυτονόητη συνέπεια και η παρακμή του βυζαντινού στρατού.
Η κατάσταση γινόταν όλο και πιο δύσκολη, πράγμα που ανάγκασε τους Αυτοκράτορες να στραφούν στη Δύση και να παρέχουν προνόμια και διευκολύνσεις σε Βενετούς, Γενοβέζους και Φλωρεντίνους, τόσα πια που απέβαιναν όλο και περισσότερο σε βάρος των εμπόρων, αφού οι Λατίνοι είχαν πια τη μερίδα του λέοντος και με αυτοκρατορική βούλα, αλλά και του συνόλου των Βυζαντινών. Τα έσοδα τους μειώνονταν διαρκώς ενώ την ίδια στιγμή η φορολογία γινόταν όλο και πιο δυσβάσταχτη. Και αυτό οφειλόταν και στα προνόμια των Λατίνων αλλά και της Εκκλησίας με τις μεγάλες περιουσίες και τις τεράστιες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης.
Ο κοινωνικός αναβρασμός εντεινόταν συνεχώς, μα το κυριότερο ήταν ο διχασμός που μοιραία χτίστηκε. Μοιραία… Τι ταιριαστή λέξη, αλήθεια…
Το επόμενο βήμα προς την άβυσσο; Ένα κράτος που βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση είναι απολύτως λογικό να μπει πιο εύκολα στο στόχαστρο γειτονικών εχθρών. Ουκ ολίγοι, λοιπόν. Νορμανδοί, Σελτζούκοι και φυσικά οι ίδιοι οι Φράγκοι.
Είμαστε στο 1204, στην τέταρτη σταυροφορία και οι Φράγκοι αλώνουν την Πόλη. Και πέρα από το αίμα που χύθηκε, πέρα από τις καταστροφές, πρωτοφανές ήταν το πλιάτσικο. Η αρπαγή όλων των πολύτιμων της Βασιλεύουσας δεν είχε προηγούμενο. Όπως λέγεται χαρακτηριστικά την Αγία Σοφία κυριολεκτικά την “έγδυσαν”, δεν άφησαν τίποτα από τα πολύτιμα που τη στόλιζαν.
Ένας κοινωνικός ιστός που έχει ήδη διαρραγεί όχι απλώς δεν έχει ελπίδες αλλά συνεχίζει ακάθεκτος την πορεία στο χαμό. Εδάφη χάνονταν, εξεγέρσεις και εμφύλιοι ξεσπούσαν κι ο λαός που δεν αντέχει την ασφυκτική φορολογία και την καταπίεση.
Η αρχή του τέλους ξεκίνησε όταν οι Παλαιολόγοι, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να σώσουν την Αυτοκρατορία, στράφηκαν στη Δύση για βοήθεια. Και ο μόνος δρόμος για κάτι τέτοιο ήταν η προσέγγιση του Πάπα και το άνοιγμα, αιώνες μετά το Σχίσμα, της συζήτησης για την επανένωση των Εκκλησιών.
Δύο λέξεις με μια παύλα σαν διελκυστίνδα ή σαν αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσά τους. Ενωτικοί – Ανθενωτικοί. Η Ιστορία ήταν πολύ πρόσφατη και οι πληγές νωπές, ανοιχτές από το 1204. Το μίσος βαθύ κι εύκολο να γιγαντωθεί. Η Εκκλησία πρωταγωνίστησε. Υπέσκαψε την εξουσία των Παλαιολόγων. Μαζί της και το μεγαλύτερο μέρος του λαού.
Όλα αυτά είναι “βούτυρο στο ψωμί” των Οθωμανών που καιροφυλακτούν και απλώς περιμένουν την κατάλληλη στιγμή. Η Αυτοκρατορία ήταν ήδη φόρου υποτελής στο Σουλτάνο, πολλοί από τους άρχοντες των επαρχιών όχι απλώς αδιαφορούσαν για το τέλος πού ερχόταν αλλά καλούσαν το Σουλτάνο ως διαιτητή στις μεταξύ τους διαφορές. Οι πιο σκληροί ανθενωτικοί φτάνουν να απεργάζονται σχέδια συνεργασίας με τους Οθωμανούς ως τη μόνη λύση εναντίον των Δυτικών. Η φράση «Καλύτερα καταμεσής της Πόλης τούρκικο σαρίκι παρά λατινική καλύπτρα» έχει μείνει στην Ιστορία, δηλωτική του τι συνέβαινε.
Και απλά ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Η ώρα του χαμού. Κι ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος προσπάθησε. Πάλεψε με την ψυχή του. Επισκεύασε τα οχυρωματικά έργα, έκανε ξανά υποχρεωτική τη στράτευση αφού ο στρατός για χρόνια ήταν στρατός μισθοφόρων, καταπολέμησε την ασυδοσία, περιόρισε πολλά από τα προνόμια.
Ήταν αργά όμως. Κι η μοιραία νύχτα ήρθε. Ξημέρωνε 29 Μαΐου κι ήταν μόνο 10.000 στα τείχη. Τόσοι είχαν απομείνει από τις λιποταξίες. Κι οι πείνα θέριζε ενώ κανένας από τους πλούσιους δε δεχόταν να συμβάλλει οικονομικά.
Και η Κερκόπορτα ήταν απλά το τέλος της μοιραίας πορείας…
Ξημέρωνε 29 Μαΐου 1453 και ήταν μόνο 10.000 στα τείχη…
Η Πόλις εάλω…
ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ
ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ - ΕΚΔΟΤΗΣ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ