Κατά τον Αριστοτέλη, όποιος δε μετέχει στα κοινά δεν του αξίζει το δικαίωμα να ονομάζεται πολίτης.
Παρά την αποδεδειγμένη και έμπρακτη διαχρονικότητα του φιλοσόφου μα και του συνόλου της Αρχαίας Ελληνικής γραμματείας, που διαπερνά τους αιώνες και τις εποχές, δε θα είχε άδικο κάποιος να πει τη γνωστή φράση «Άλλοι καιροί…»
Στις μέρες μας, κατεξοχήν σήμερα, και εννοώ τις τελευταίες δεκαετίες, αφού και καλλιεργήθηκε μεθοδικά τη δεκαετία του ‘80 και κάρπισε με μορφή λαίλαπας μετά το 2000, ζούμε στον αστερισμό των απολίτικων ανθρώπων. Κάτοικοι και πολίτες τούτου του τόπου όχι απλώς δεν ασχολούνται σε έναν ικανοποιητικό βαθμό με την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα, με όλα όσα την αφορούν, την απαρτίζουν αλλά την αγνοούν παντελώς.
Και το σημαντικότερο; Το πιο κρίσιμο και καίριο, όχι μόνο για τους ίδιους και την ύπαρξή τους, την υπόστασή τους ως ολοκληρωμένες ψυχοσωματικές οντότητες, την επί την ουσίας υπόστασή τους αλλά και την ίδια την κοινωνία και τη χώρα, είναι πως αυτή η απολιτικοποίηση απλώνεται σαν καλοκαιρινή πυρκαγιά στους νεότερους, καίγοντας, κάνοντας στάχτη τα ίδια τα σωθικά της κοινωνίας και του μέλλοντός της. Γιατί ποιο θα μπορούσε να είναι το αύριο όταν το πιο ζωντανό κομμάτι, το κύτταρο για να γεννηθεί η επόμενη μέρα έχει καταστεί ανενεργό ομφαλοσκοπώντας αποκλειστικά και μόνο με τις ατομικές του υποθέσεις;
Πώς φτάσαμε, όμως, ως εδώ; Το σκηνικό στήθηκε μαεστρικά και δεν άφηνε πολλά περιθώρια διαφυγής. Η εποχή κυριαρχείται από αδικία, ανισότητα, αναξιοκρατία, υποκρισία και ασυνέπεια πολιτικών και αξιωματούχων. Σε αυτά οφείλει να προστεθεί και η απόλυτη αδιαφορία και απαξία της πολιτικής κάστας για τους «υπηκόους» που τους θυμάται μόνο λίγο πριν την εκάστοτε κάλπη ή πού και πού και στα ενδιάμεσα για να μοιράσει «καθρεφτάκια στους ιθαγενείς». Γιατί, λοιπόν, να ασχοληθεί κάποιος με κάτι που όχι απλώς δεν τον εμπνέει, δεν του δίνει όραμα, ορίζοντες κι ανάσα δημιουργίας κι ελπίδας αλλά στραγγαλίζει κι ό, τι από αυτά φέρει αφ’ εαυτής της η δική του ψυχή; Ταυτόχρονα, κι όχι τυχαία, αλλά σίγουρα μοιραία, οι σύγχρονες υπερκαταναλωτικες κοινωνίες χτίστηκαν με τέτοιο τρόπο που να μην επιτρέπουν σε κανέναν να σκεφτεί κάτι άλλο πέρα από τα προσωπικά του προβλήματα, τα οποία στη μεγάλη τους πλειοψηφία άλλοι τα δημιουργούν και τους τα επιβάλλουν. Είτε επειδή βολεύει είτε για να πουλήσουν αργότερα πανάκριβα μια μεσσιανική λύση.
Αν υπάρχει φως στο σκοτάδι; Δε μπορώ να απαντήσω. Παρά μόνο θα πω πως ο καθένας πορεύεται με την ψυχή του. Και πως το πιο βαθύ σκοτάδι είναι λίγο πριν ξημερώσει.
ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ
ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ - ΕΚΔΟΤΗΣ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ