Υπάρχουν κάποιες φράσεις από την παράδοση του Χριστιανισμού που, πέρα από την ημέρα της εορτής ή την ημέρα που μνημονεύονται στο συναξάρι της Εκκλησίας, έχουν περάσει στη συνείδηση και στην καθημερινή ζωή μας και μας συνοδεύουν, ως παροιμιώδεις φράσεις πια. Μα πολύ πιο σημαντικό και ουσιώδες, κομμάτι από εμάς πια.
Μια από αυτές ανάγεται στην Κυριακή του Παραλύτου. Η τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα η Κυριακή αυτή, τιμάται 21 ημέρες μετά την Ανάσταση του Χριστού. Και είναι Κυριακή ανάμνησης σε ένα από τα θαύματα που έκανε στην πορεία του σε αυτόν τον κόσμο.
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, πώς είχαν τα πράγματα εκείνο το Σάββατο… Ναι, ήταν Σάββατο η ημέρα του θαύματος και φυσικά ένας λόγος, ένας ακόμα λόγος για να κατηγορηθεί ο Ιησούς, αφού το Σάββατο ήταν μέρα απόλυτης αργίας για τους Ιουδαίους και τι καλύτερο από αυτό, τι πιο βολικό για κατηγορία, αφού ακόμα και το θαύμα, το να κάνεις καλό σε έναν άνθρωπο μπορεί να θεωρηθεί κατάπτυστη αμαρτία όταν ψάχνεις αφορμές να διαβάλλεις κάποιον.
Υπήρχε μια κολυμβήθρα, Βηθεσδά την έλεγαν, που τα νερά της ερχόταν και τα τάραζε Άγγελος. Και όποιος εκείνη την ώρα προλάβαινε και έμπαινε στα ταραγμένα, στα αγιασμένα νερά θεραπευόταν από όποια ασθένεια τον βασάνιζε.
Αυτονόητο, λοιπόν, πολλοί να περιμένουν με αγωνία, με απόγνωση από ανάγκη γιατρειάς, τον Άγγελο, ώρες και μέρες και χρόνια ολόκληρα.
Έτσι κι ο Παράλυτος του Ευαγγελίου. 38 ολόκληρα χρόνια περίμενε στιγμή με τη στιγμή. Κι όμως… Ποτέ δεν προλάβαινε. Κι όταν ο Χριστός τον ρώτησε αν θέλει να γίνει καλά, εκείνος με παράπονο 38 χρόνων ή ίσως με το παράπονο όλων των αιώνων του κόσμου, και όλων των ανθρώπων που έχουν υπάρξει, είπε αυτό που στο διάβα του δρόμου των ανθρώπων σε τούτη τη γη είναι η βαριά μοίρα τόσων και τόσων ψυχών.
«Άνθρωπον ουκ έχω…», είπε…
Δεν έχω άνθρωπο, είπε, να με βάλει στο νερό.
ΔΕΝ ΕΧΩ ΑΝΘΡΩΠΟ…
Πόση απόγνωση, ποσό παράπονο και καημός μέσα σε τρεις λέξεις… Όλο το Αχ! της αιωνιότητας και της απεραντοσύνης…
Ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος, λοιπόν. Όπως λέει κάποιος που αγαπάω, «ένα χέρι να σε κρατήσει… αυτό είναι όλα». Κι έχει τόσο δίκιο… Αν ο Θεός θέλει να σώσει κάποιον θα του στείλει έναν άνθρωπο…
Ο άνθρωπος… Αυτός που θα σταθεί πλάι σου. Που θα θέλει και θα μπορεί να είναι εκεί. Που θα σου δώσει εκείνη την ανάσα έγνοιας που έχει ανάγκη η ψυχή σου για να ανοίξει φτερά.
Ξέρετε, τα τραγούδια ξέρουν να κοιτάζουν βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων. Και να λένε την αλήθεια.
Υπάρχει, λοιπόν, ένα τραγούδι. Σε στίχους Θοδωρή Γκόνη, σε μουσική Κώστας Λειβαδά, ερμηνευμένο από τη φωνή και την ψυχή της Γιώτας Νέγκα.
Λέει, λοιπόν…
«Αν δε βρήκαν τα κομμάτια μου στους δρόμους,
αν ξεφεύγω από κλέφτες κι αστυνόμους,
αν ακόμα τραγουδώ, ξέρω εγώ που το χρωστώ.
Αν περπάτησα σε δρόμους λασπωμένους,
αν αγάπησα τρελούς και κολασμένους,
αν ακόμα τραγουδώ
ξέρω εγώ που το χρωστώ.
Έχω άνθρωπο,
έχω άνθρωπο σκιά μου,
τόσο δίπλα και μακριά μου.
Έχω άνθρωπο,
έναν άνθρωπο δικό μου,
φύλακα και άγγελό μου.»
ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ
ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ - ΕΚΔΟΤΗΣ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ