«Να τα συζητήσουμε όλα», αυτό είναι το πρόταγμα που θέτουν κάποια διακριτά στελέχη μας. Και φυσικά, αυτό είναι αυτονόητο και αναγκαίο να γίνει. Πάντοτε ο εσωκομματικός διάλογος είναι ελεύθερος. Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού. Όταν λένε «όλα», εννοούν κυρίως (ή και μόνο; ) θέμα προέδρου. Και κάποιοι άλλοι – πιο …ειλικρινείς στον στόχο τους – θέτουν μόνο θέμα ηγεσίας ως μοναδικοί αποτιμητές του δέοντος!
Και όλα αυτά όταν ποτέ και από κανένα στέλεχος δεν ετέθη ζήτημα για τις θέσεις του κόμματός μας και για το ιδεολογικό του πλαίσιο, για τη στρατηγική του και την τακτική του, για την όλη κομματική του συγκρότηση.
Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ετέθη ως κοινός στόχος μας. Όμως, αυξήσαμε την επιρροή μας κατά 5% σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές.
Ήταν η έκτη συνεχόμενη ενίσχυσή μας. Φυσικά ο ρυθμός ανόδου της κοινωνικής επιρροής μας δεν είναι αυτός που θέλουμε.
Απαιτείται διάλογος, για να εμβαθύνουμε στα αίτια και για να αναζητηθούν και άλλες πρωτοβουλίες – διάλογος και εντός του κόμματος αλλά και στην κοινωνία με τις συλλογικότητες και με τους πολίτες.
Είναι κοινός τόπος ότι ο Πρόεδρος έχει το σημαντικότερο ρόλο και τη μεγαλύτερη ευθύνη για την πορεία του κόμματός μας. Αλλά δεν είναι άρχοντας σε ερημότοπο. Η δυναμική των κομμάτων δεν είναι μια μονοπαραγοντική συνάρτηση του τύπου y=f (x). Οι παράγοντες που επιδρούν στο πολιτικό γίγνεσθαι πάντα ήταν και είναι πολλοί: κοινωνικοί και οικονομικοί, ψυχολογικοί και συναισθηματικοί, προσωπικοί και ιδεολογικοί, η δυναμική της κομματικής μας οργάνωσης και η δράση των διακριτών στελεχών μας και των μελών μας – ακόμα και παράγοντες αστάθμητοι.
Έχουμε στις ημέρες μας, ένα πολιτικό παράδοξο. Αντί να θέτουν θέμα προέδρου τα κόμματα που μείωσαν την εκλογική τους δύναμη, τίθεται στο κόμμα μας που είχε άνοδο. Και κάπως έτσι αντί να συζητάμε τη λαϊκή αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής, μερικοί μπαίνουν στην ατζέντα που διαμόρφωσαν από το βράδυ των εκλογών τα γνωστά δημοσιογραφικά φιλοκυβερνητικά επιτελεία.
Εδώ εμφανίζεται ένας ανορθολογισμός, που καλλιεργείται σκόπιμα. Ξεκίνησε από δημοσιογράφους, που εντάσσονται στο σύστημα της εξουσίας, βρήκε πρόσφορο έδαφος στους οπαδούς των άλλων κομμάτων και στη συνέχεια σε μέρος των δικών μας φίλων. Και το πιο ενδιαφέρον, το ασπάζονται στελέχη μας, που θέτουν το σχετικό ζήτημα. Γίνονται οπαδοί των οπαδών…
Ποιο είναι το επίδικο στοιχείο;.
«Ο Ανδρουλάκης δεν τραβάει». Και αυτό όταν εξελέγη πριν από δυόμιση χρόνια με απόλυτα δημοκρατικό και εντυπωσιακό τρόπο και με τη συμμετοχή πάνω από 205.000 μελών και φίλων μας στον Β΄ γύρο. Εδώ τίθεται το εξής ερώτημα.
Όταν λέμε ότι «δεν τραβάει», εννοούμε προφανώς σε σύγκριση με τους άλλους αρχηγούς που «τραβάνε», τον κ. Μητσοτάκη, τον κ. Κασσελάκη, τον κ. Βελόπουλο. Δηλαδή έμμεσα ζητείται να έχει ο Ανδρουλάκης τα …χαρίσματα των άλλων αρχηγών;
Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει. Γιατί ο Ανδρουλάκης υπηρετεί τον προγραμματικό λόγο, την πολιτική, την ιδεολογία και την κουλτούρα της Σοσιαλδημοκρατίας, τις αντιλήψεις της ευθύνης και τη σύνεσης. Και είναι ακριβώς αυτά τα στοιχεία, που εξαίρουν ακόμα και οι πολίτες άλλων κομμάτων. Προκύπτει ερώτημα. Τότε γιατί δεν επηρέασε πιο πολύ το αποτέλεσμα; Οι απαντήσεις είναι – κατά τη γνώμη μου – πολλαπλές.
Αναφέρω μερικές:
α. Η δημαγωγία εξακολουθεί να έχει πέραση,
β. Ο σκοταδισμός έχει απλωθεί και στην ελληνική κοινωνία – ο Βελόπουλος με «ένα εικόνισμα» παίρνει 9,3%, πάνω από το ΚΚΕ!
γ. Η ενοχοποίηση του ΠΑΣΟΚ για την κρίση ακόμα έχει σκιές,
δ. Οι ιδεολογίες έχουν αμβλυνθεί,
ε. Η μεγάλη αποχή στρεβλώνει όλο το πολιτικό γίγνεσθαι,
στ. Το σύστημα εξουσίας από κοινού με το σύστημα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης είναι απόλυτα εχθρικό στον προγραμματικό λόγο και στον ορθολογισμό, γιατί ακριβώς είναι στοιχεία που αντικρούουν τη χειραγώγηση των πολιτών από τα πολλαπλά πεδία του συστήματος εξουσίας,
ζ. Ο προκλητικά χειραγωγικός ρόλος των δημοσκοπήσεων – που είναι άραγε το 35% της Ν.Δ.;
ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ
ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ - ΕΚΔΟΤΗΣ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ